Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

ΚΥΡΙΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ


Η ηθελημένη θανάτωση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των νεκροψιών που έχουν πραγματοποιηθεί σε φώκιες οι οποίες εκβράστηκαν στις ελληνικές ακτές τα τελευταία 25 χρόνια, η θανάτωση από τον άνθρωπο παραμένει η κύρια απειλή, κυρίως για τα ενήλικα άτομα του είδους. Το ποσοστό θνησιμότητας από ηθελημένες θανατώσεις φτάνει στα ενήλικα ζώα το 50%.
Η τυχαία παγίδευση σε αλιευτικά εργαλεία. Ο θάνατος φωκών από την τυχαία παγίδευση σε αλιευτικά εργαλεία παραμένει ένα ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα στις περισσότερες περιοχές εξάπλωσης του είδους. Τα ζώα παγιδεύονται κυρίως σε στατικά δίκτυα που χρησιμοποιούνται ευρέως από την παράκτια αλιεία. Το ποσοστό θνησιμότητας από την τυχαία παγίδευση σε αλιευτικά εργαλεία φτάνει στα νεαρά άτομα του είδους το 46%.
Η υπεραλίευση. Είτε με νόμιμα είτε με παράνομα μέσα, η υπεραλίευση είναι ακόμα ένας παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το είδος. Η υπερεκμετάλλευση των θαλάσσιων πόρων οδηγεί στη μείωση της διαθέσιμης τροφής και μπορεί να επηρεάσει άμεσα τον ρυθμό ανάπτυξης, την αναπαραγωγή και τη βιωσιμότητα της μεσογειακής φώκιας.
Η καταστροφή και υποβάθμιση των βιοτόπων της μεσογειακής φώκιας. Η αυξανόμενη ανθρώπινη δραστηριότητα στις παράκτιες περιοχές οδηγεί στην αλλοίωση και την προοδευτική καταστροφή των παράκτιων οικοσυστημάτων και κατά συνέπεια των διαθέσιμων ενδιαιτημάτων του είδους.
Η ρύπανση. Σύμφωνα με πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα, οι σημαντικά αυξανόμενες τιμές ρύπων που έχουν ανιχνευθεί σε ιστούς φωκών στην Ελλάδα, δείχνουν ότι η θαλάσσια ρύπανση αναδεικνύεται σε σοβαρή απειλή για την επιβίωση της μεσογειακής φώκιας.
Φυσικά γεγονότα. Η εμφάνιση κάποιου ιού, βιοτοξίνης ή βακτηριακής μόλυνσης, μπορεί να επιφέρει μαζικούς θανάτους μεσογειακών φωκών, όπως εικάζεται ότι έγινε και το 1997 στον πληθυσμό της μεσογειακής φώκιας στην Μαυριτανία.
 


Τον τελευταίο αιώνα ο αριθμός τους μειώθηκε δραματικά. Ο κυριότερος λόγος είναι η θανάτωση από ψαράδες, καθώς θεωρούσαν ότι τρώνε τα ψάρια τους. Επίσης, η φώκια αναπαράγεται σε πολύ απόμερα σημεία και απομονωμένες ακτές, που έχουν λιγοστέψει δραματικά λόγω της ανθρώπινης παρουσίας σχεδόν παντού. Τέλος, σε πολλές περιοχές έχουν λιγοστέψει τα ψάρια, λόγω της μόλυνσης ή της υπεραλιείας, και έτσι δεν βρίσκουν πλέον τροφή. Μάλιστα,  η ύπαρξη φώκιας σε ένα μέρος θεωρείται ότι αποδεικνύει το πόσο καθαρό και και υγιές είναι το θαλάσσιο οικοσύστημα, ενώ η εξαφάνιση μιας φώκιας δείχνει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Οι φώκιες ανακηρύχτηκαν το 1981 ως προστατευόμενο είδος και σήμερα ανήκει στα κρισίμως απειλούμενα με εξαφάνιση ζώα. Στην Κρήτη δεν έχει οριστεί κάποιος χώρος για της προστασία της, όπως στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο της Αλονήσου. Επίσης, το 1992 ιδρύθηκε η σημαντικότατη οικολογική οργάνωση «Ελληνική Εταιρεία για την μελέτη και προστασία της θαλάσσιας φώκιας (MOM) με σκοπό την προστασία της φώκιας, η οποία δραστηριοποιείται επιτυχώς μέχρι και σήμερα.



ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ


Η θηλυκή φώκια μπορεί να γεννήσει από την ηλικία των 4 χρόνων. Η ικανότητα για αναπαραγωγή των αρσενικών δεν είναι μέχρι σήμερα γνωστή. Το ζευγάρωμα αρσενικού και θηλυκού γίνεται μέσα στο νερό. Το ζευγάρι παίζει, βουτώντας, κάνοντας στροφές και βγάζοντας ήχους για πολλή ώρα. Τα μικρά μπορούν να γεννηθούν στη διάρκεια όλου του χρόνου, αν και τα πιο πολλά γεννιούνται τον Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη. Μετά από μία εγκυμοσύνη 9 με 10 μηνών η μητέρα γεννά συνήθως ένα και μερικές φορές δύο μικρά, τα οποία θηλάζει για ένα περίπου μήνα. Ενώ η φύση επιτρέπει στη φώκια να γεννά κάθε χρόνο, φαίνεται ότι το πιο συνηθισμένο για τη Μεσογειακή φώκια είναι να γεννά κάθε 2 χρόνια.
Τα μικρά γεννιούνται μέσα σε σπηλιές, ώστε να είναι σχετικά προστατευμένα από τους εχθρούς τους και ιδιαίτερα από τον άνθρωπο. Άλλοτε οι φώκιες γεννούσαν τα μικρά τους στις ηλιόλουστες παραλίες. Η καταδίωξη όμως του ανθρώπου τις ανάγκασε, για την προστασία των μικρών τους, να καταφεύγουν στις πιο απρόσιτες σπηλιές.





ΚΑΤΑΔΥΣΗ


Για να βρίσκει την τροφή της μέσα στη θάλασσα η φώκια έχει εξελιχθεί σε έναν τέλειο δύτη. Συνήθως κρατάει την αναπνοή της 4-8 λεπτά. Έχει μετρηθεί όμως και μια μέγιστη κατάδυση 11 λεπτών. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι έχει παρατηρηθεί και διάρκεια κατάδυσης 73 λεπτών (!) σε ένα άλλο όμως είδος φώκιας, τη φώκια Weddell. Οι θαλάσσιοι ελέφαντες της Βόρειας Θάλασσας μπορούν να καταδύονται για 48 λεπτά.
Το βάθος που μπορούν να καταδύονται για να βρουν την τροφή τους είναι συνήθως 30 μέτρα. Έχει όμως παρατηρηθεί και μέγιστο βάθος κατάδυσης 75 μέτρων. Επίσης σημειώνουμε ότι η φώκια της Χαβάης μπορεί να καταδύεται και πάνω από 151 μέτρα, ενώ ο θαλάσσιος Ελέφας της Βόρειας Θάλασσας έχει το ρεκόρ με βάθος κατάδυσης τα 630 μέτρα! Η φώκια καταφέρνει να έχει τόσο καλές επιδόσεις στην κατάδυση επειδή έχει τη δυνατότητα να μειώνει τους χτύπους της καρδιάς της και να μεταβάλλει την κυκλοφορία του αίματός της για να κάνει οικονομία οξυγόνου. Συγκεκριμένα φεύγει το αίμα από τα άκρα και η κυκλοφορία συγκεντρώνεται στον εγκέφαλο, στην καρδιά και στα εντόσθια.
Σε πειράματα που έγιναν σε άλλα είδη φώκιας αποδείχτηκε ότι ενώ η καρδιά της φώκιας χτυπάει συνήθως με 120 χτύπους ανά λεπτό, στη διάρκεια της βουτιάς οι χτύποι της καρδιάς της ελαττώνονται μέχρι τους 4 ανά λεπτό.

Η ΤΡΟΦΗ ΤΗΣ


Οι φώκιες τρέφονται με ψάρια διαφόρων ειδών, χταπόδια και μερικές φορές και με φύκια που βοηθούν στον καθαρισμό του πεπτικού τους συστήματος. Η αιχμάλωτη φώκια μπορεί να φάει πολύ περισσότερο από αυτήν που βρίσκεται στο φυσικό της περιβάλλον. Το θαλάσσιο περιβάλλον της Μεσογείου, όπου ζει μεγάλη ποικιλία ειδών αλλά σε μικρούς σχετικά αριθμούς, φαίνεται να ευνοεί την διατροφική προσαρμογή της φώκιας, η οποία δε δείχνει κάποια προτίμηση σε συγκεκριμένα είδη. Αντιθέτως τρέφεται με μια ποικιλία από οστεϊχθύες, όπως σαργούς, συναγρίδες, γόπες, μπαρμούνια και κεφαλόποδων όπως χταπόδια, σουπιές και καλαμάρια, αλλά και καρκινοειδή όπως καβούρια.
Η τροφή, όμως, στη στεριά φαίνεται πως δεν ήταν αρκετή. Έτσι, τα πρωτόγονα εκείνα ζώα, που θύμιζαν κάτι από αρκούδα, σκύλο ή ασβό, στράφηκαν στο νερό. Στην αρχή ψάρευαν άτσαλα στα ρηχά.

ΠΟΥ ΣΥΝΑΝΤΑΤΑΙ


Η Μεσογειακή Φώκια είναι το µόνο είδος φώκιας που συναντάται στη Μεσόγειο και αποτελεί ένα από τα πλέον απειλούµενα είδη θαλάσσιων θηλαστικών στον κόσµο. Παλαιότερα υπήρχε σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, όµως σήµερα συναντάται κυρίως στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βορειοδυτικά Αφρικανικά παράλια 

Σήμερα, η Μεσογειακή φώκια είναι ένα από τα πιο σπάνια είδη φώκιας και ένα από τα έξι πιο απειλούμενα θηλαστικά του πλανήτη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο μεγαλύτερος παγκόσμιος πληθυσμός του είδους ζει και αναπαράγεται σήμερα στις ελληνικές θάλασσες. Ο πληθυσμός της Μεσογειακής φώκιας στην Ελλάδα, αντιπροσωπεύει περίπου το 90% του Ευρωπαϊκού πληθυσμού του είδους.


Η μεσογειακή φώκια μοναχός (Monachus monachus), είναι το ένα από τα δύο εναπομείναντα είδη φώκιας μοναχού της οικογένειας των φωκιδών. Κάποτε ήταν εξαπλωμένη σε όλες τις ακτές τις Μεσογείου, της Μαύρης Θάλασσας και του ανατολικού Ατλαντικού. Σήμερα, με αριθμό μικρότερο από 600 ζώα, συγκαταλέγεται στα σπανιότερα και πλέον απειλούμενα ζωικά είδη του πλανήτη και χαρακτηρίζεται ως κρισίμως κινδυνεύον με αφανισμό από την Διεθνή Ένωση Προστασίας της Φύσης. Ο μισός περίπου πληθυσμός, γύρω στα 250-300 άτομα, ζει στην Ελλάδα.

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ


Τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν τις δύο αυτές υποοικογένειες των μοναχινών και των φωκινών είναι μερικές λεπτομέρειες του κρανίου και του σκελετού μεταξύ των οποίων, μπορούν να αναφερθούν η σμικρυμένη σπονδυληκή στήλη στην ωμοπλάτη και το πρώτο μετακάρπιο που είναι αισθητά μακρύτερο από τα άλλα, και τα μικρότερα νύχια, στα πίσω πτερύγια των μοναχινών. Στις φωκίνες υπάρχει μια καλά αναπτυγμένη σπονδυλική στήλη στην ωμοπλάτη και τα μετακάρπια του 1ου και του 2ου δαχτύλου είναι σχεδόν του ίδιου μεγέθους. Καθώς και τα νύχια στα πίσω πτερύγια είναι το ίδιο μακριά με των μπροστινών.
Η μεσογειακή φώκια είναι από τα μεγαλύτερα είδη φωκιών στον κόσμο και το μήκος της φτάνει στα 2-3 μέτρα ενώ το βάρος της κατά μέσο όρο είναι 250 kg. Τα θηλυκά ωριμάζουν στα 3-4 χρόνια της ηλικίας τους, ενώ τα αρσενικά λίγο αργότερα. Η διάρκεια ζωής της φώκιας δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά, αλλά υπολογίζεται πως είναι περίπου 35 - 40 χρόνια.
Το δέρμα της καλύπτεται από κοντό, στιλπνό τρίχωμα με πιο συνηθισμένα χρώματα το γκρίζο ή καφέ στη ράχη με πιο ανοιχτόχρωμη κοιλιά. Τα νεογέννητα έχουν μήκος ένα μέτρο και ζυγίζουν 15-20 κιλά. Το δέρμα τους καλύπτεται από μακρύ μαύρο τρίχωμα με ένα άσπρο "μπάλωμα" στην κοιλιά. Δεν υπάρχουν εμφανείς διαφορές μεταξύ αρσενικών και θηλυκών.


ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΔΩΝ


Φώκια η δακτυλιωτή

Στις βορειότερες περιοχές του βορείου ημισφαιρίου ζει η «φώκια η δακτυλιωτή». Η φώκια αυτή ζει κατά μήκος των πολικών αρκτικών ακτών. Ζει στο νερό των κενών εκείνων ανάμεσα στον αδιάπλευστο πάγο και κατά μήκος των φιόρδ και των όρμων. Αλλά συνήθως δεν παρουσιάζεται στο ανοιχτό πέλαγος κι ανάμεσα στους επιπλέοντες πάγους. Δύο χαρακτηριστικές μορφές της φώκιας αυτής ζουν στις λίμνες με γλυκό νερό, όπως η Σάιμαα και η Λαντόγκα στη Φινλανδία.Οι φώκιες αυτές, μαζί με μερικές άλλες, έχουν αποκτήσει ξεχωριστά ονόματα υποειδών. Οι φώκιες οι δακτυλιωτές είναι μικρά ζώα, που φτάνουν μόνο το 1,4 μ. σε μήκος και ζυγίζουν γύρω στα 90,7 κιλά. Οι χρωματισμός της γούνας ποικίλλει, αλλά συνήθως αποτελείται από μαύρα μικρά στίγματα που περιβάλλονται από ένα ανοιχτόχρωμο δαχτυλίδι, σε ανοιχτό γκρίζο φόντο, - που δίνει και την ονομασία στα σπάνια αυτά είδη.

Φώκια η ραβδωτή

Αυτή η λιγότερο γνωστή φώκια, έχει μόνο 1,7 μ. μήκους κι αναμφισβήτητα είναι μία από τις λίγες γνωστές φωκίδες, που έχουν ένα τόσο ξεχωριστό σχέδιο στο τρίχωμά τους.Η «ραβδωτή» ζει κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Ρωσίας, στη βορειοδυτική θάλασσα του Βερίγγειου και στη θάλασσα του Οκότσκ.Παρόλο που και οι αρσενικές και οι θηλυκές έχουν παρόμοιο σχέδιο στη γούνα τους, τα θηλυκά και τα μικρά έχουν πιο ανοιχτόχρωμη. Οι ενήλικες αρσενικές έχουν καστανό χρώμα, με πλατιές κρεμ λωρίδες γύρω από το λαιμό και το πίσω άκρο του κεφαλιού τους, και ένα μεγάλο κύκλο στα πλευρά γύρω από την άρθρωση του κάθε μπροστινού πτερυγίου. Τα μικρά γεννιούνται κατά την περίοδο της Άνοιξης και έχουν μακρύ άσπρο τρίχωμα.

 

Παγόφιλος ο γροιλανδικός

Η φώκια «παγόφιλος ο γροιλανδικός» είναι αρκτική και πολύ πιο γνωστή από τη ραβδωτή. Κινείται από τις βόρειες ακτές της Ευρώπης, της Ασίας και της Νέας Ζέμλιας και φτάνει ως τη Σπιτσβέργη. Επίσης εμφανίζεται από τη Γροιλανδία, τις βορειοανατολικές ακτές του Καναδά αλλά και τον κόλπο του Αγ. Λαυρεντίου και περνά ως και το νησί Μπάφιν.

Η φωκίδα αυτή έχει 1,8 μ.μήκος κι έχει ανοιχτό γκρίζο χρώμα. Η αρσενική έχει μια μαύρη λωρίδα, σε σχήμα πετάλου, κατά μήκος των πλευρών και στην πλάτη της. Η λωρίδα αυτή υπάρχει και στον θηλυκό αλλά είναι λιγότερο έντονη.Τα νεογέννητα είναι μόνο στα 80 εκατοστά μήκος κι έχουν ένα πλούσιο λευκό τρίχωμα, που πέφτει μετά ένα μήνα, για να αντικατασταθεί με γκρίζο διάστικτο, σε πιο σκούρο γκρίζο και μαύρο. Υπάρχει τεράστια ποικιλία στο σχέδιο του τριχώματος των ανήλικων αυτών ζώων. Αλλά και το χρώμα των ενήλικων αλλάζει συχνά, στη διάρκεια της ζωής τους.Τα μικρά γεννιούνται στο τέλος Φεβρουαρίου και θηλάζονται μόνο 10 ως 12 μέρες. Καθώς αναπτύσσονται, αποκτούν ένα παχύ μονωτικό στρώμα λίπους, το οποίο λειτουργεί ως απόθεμα τροφής έως ότου μάθουν να βρίσκουν μόνα τους την τροφή τους. Αυτό το είδος φώκιας είναι πολυάριθμο. Μια στατιστική που βασίζεται στη μέτρηση των μελών αυτών από αεροφωτογραφίες, έχει ανεβάσει τον αριθμό του στα 5 εκατομμύρια.Οι φώκιες αυτές είναι μεγάλης εμπορικής αξίας, γιατί τα μικρά τους, έως δέκα ημερών έχουν μεγάλη ζήτηση, για το απαλό χοντρό τρίχωμά τους. Οι πιο μεγάλες ανήλικες φώκιες καθώς και ενήλικες «συλλαμβάνονται» για το λάδι και το δέρμα τους. Το λάδι τους αποτελεί το μισό από το ανατολικό εισόδημα, που προέρχεται από τα ζώα αυτά. Διεθνής συμφωνία καθορίζει τον αριθμό των ζώων αυτών, που πρέπει να σκοτώνονται κάθε χρόνο.

 

Καρκινοφάγος φώκια

Η «φώκια η καρκινοφάγος» είναι, ίσως, η πιο πολυάριθμη φώκια της Ανταρκτικής. Βρίσκεται στους επιπλέοντες πάγους, μετακινούμενη προς τα βόρεια με τον πάγο το χειμώνα και το καλοκαίρι, όταν ο βαρύτερος πάγος σπάει , στα νότια. Είναι αγελαίο ζώο, που ζει το καλοκαίρι, συγκεντρωμένο σε μεγάλες ομάδες. Κάπου - κάπου, μερικές φτάνουν ως την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Οι φώκιες αυτές φτάνουν γύρω στα 2,5 μ. σε μήκος και έχουν ασημί και καφέ - γκρι χρώμα, αλλά το χρώμα ξεθωριάζει το χειμώνα καθώς επίσης και με την ηλικία, έτσι ώστε τα γηραιότερα ζώα, μπορεί να είναι σχεδόν άσπρα. Πάλι, λίγες λεπτομέρειες είναι γνωστές για τις συνήθειές τους, αλλά από όσες πληροφορίες υπάρχουν, συμπεραίνουμε ότι γεννά στα τέλη Σεπτεμβρίου. Η ονομασία τους είναι παραπλανητική, μια και δεν τρέφονται με καβούρια αλλά με ένα οστρακόδερμο που μοιάζει με γαρίδα και ονομάζεται κριλ. Κολυμπώντας μέσα στα κοπάδια των κριλ στο νερό, τα συλλέγει με τη βοήθεια των δοντιών της, των οποίων οι περίπλοκες αιχμές σχηματίζουν κόσκινο.

ΕΙΔΗ

Τα πιο γνωστά είδη και τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα:
1) Φώκια η δακτυλιωτή
2) Φώκια της Κασπίας και φώκια της Βαϊκάλης
3) Γενειοφόρος φώκια
4) Φώκια η ραβδωτή
5) Παγόφιλος ο γροιλανδικός
6) Κυστοφόρος φώκια
7) Γκρίζα φώκια
8) Φώκια η κοινή
9) Φώκια λεοπάρδαλη
10) Καρκινοφάγος φώκια
11) Ομματοφώκη
12) Φώκια του Βέντελ

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΩΚΙΑ


Παρά το γεγονός ότι όλα τα πτερυγιόποδα, θηλαστικά προσαρμοσμένα πολύ στη ζωή στο νερό, μπορούν να ονομαστούν φώκιες, οι αληθινές φώκιες, γνωστές αλλιώς και σαν άωτες, ανήκουν, αποκλειστικά, στην οικογένεια των φωκιδών. Οι φώκιες δεν έχουν εξωτερικά αυτιά. Δεν μπορούν επίσης να κατευθύνουν τα πίσω πτερύγιά τους προς τα εμπρός, κάτω από το σώμα τους και το τρίχωμά τους αποτελείται κυρίως από μεγάλες τρίχες. Η ταξινόμηση των ζώων που ανήκουν στις γνήσιες φώκιες, συμπίπτει σχεδόν με τη φυσική τους διαίρεση σε φώκιες του βορείου και του νοτίου ημισφαίριου. Η φώκια ζει στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου Βορείων Σποράδων, που είναι το πρώτο Θαλάσσιο Πάρκο της Ελλάδας, και η μεγαλύτερη προστατευμένη θαλάσσια περιοχή στην Ευρώπη.
Η φώκια είναι ένα από τα λίγα μεγάλα θηλαστικά που ζουν στην Ελλάδα. Πίσω από τα δύο εκφραστικά ματάκια του προσώπου της κρύβεται ένα πανέξυπνο ζώο. Η νοημοσύνη της είναι παρόμοια με αυτήν του σκύλου, ζώου που είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου. Το μήκος των ενήλικων ζώων κυμαίνεται μεταξύ 2-3 μέτρων, ενώ το βάρος τους φθάνει έως και τα 350 κιλά, με τα θηλυκά να είναι λίγο μικρότερα από τα αρσενικά. Το σώμα τους καλύπτεται από στιλπνό τρίχωμα, μήκους περίπου μισού εκατοστού. Το χρώμα τους ποικίλλει από ανοιχτό γκρίζο και μπεζ στα θηλυκά μέχρι σκούρο καφέ και μαύρο στα αρσενικά, πολλές φορές διάστικτο και με ανοιχτόχρωμα σημεία στον αυχένα, τον λαιμό και την κοιλιά. Στα αρσενικά είναι ιδιαίτερα εμφανής και ευδιάκριτη η λευκή κηλίδα στην κοιλιά.